Το τελευταίο ταλανίζει χρόνια μικρούς και μεγάλους επενδυτές, ενώ πολλές φορές απαιτεί και εξειδικευμένες σχετικά γνώσεις. Παρότι τα περισσότερα Sites που ασχολούνται με την οικονομία έχουν μια εικόνα των βασικών οικονομικών δεικτών μιας μετοχής, εντούτοις είναι αναγκαίο να θυμόμαστε πως μιλάμε για ευμετάβλητους δείκτες, οι οποίοι μπορεί να μη χρειάζονται καθημερινή παρακολούθηση, όμως δεν μπορούν να αφεθούν και στην τύχη τους.
Ακόμη, σύμφωνα με πολλά βιβλία, είναι θεμιτό κάποιοι από αυτούς τους δείκτες να είναι χαμηλοί, αν όμως αυτό συμβαίνει με όλους ταυτόχρονα, τότε χρειάζεται πολλή προσοχή. Επιπλέον, σε περιπτώσεις, όπως η ΔΕΗ, η λογιστική αξία μπορεί να είναι εξόφθαλμα χαμηλή, αλλά η πορεία της εταιρείας και τα δάνεια δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για αισιοδοξία.
Έτσι τίθεται το ερώτημα: Παίρνω κάτι λίγο πιο ακριβό και σχετικά εγγυημένο ή κάτι που μπορεί να θεωρείται φτηνό αλλά έχει υψηλό ρίσκο; Φυσικά αυτό ισχύει γενικώς σε όλες τις οικονομικές μας συναλλαγές και όχι μόνο στο χρηματιστήριο.
Προσωπικά, μου αρέσει να περιμένω τις στιγμές του μεγάλου πανικού, ώστε να βρίσκω πραγματικά καλές εταιρείες σε έκπτωση. Σε κάθε άλλη περίπτωση, η έκθεση σε μετοχές υψηλού ρίσκου απαιτεί πολύ χαμηλά ποσοστά επί του χαρτοφυλακίου.
Από εκεί και πέρα, ακολουθούμε ηγέτες της αγοράς, ελέγχουμε τις μερισματικές αποδόσεις και όσο συνεχίζεται η ανοδική τάση, μπορούμε σιγά-σιγά να προσκυνάμε και το βασιλιά που σύμφωνα με τη γνωστή ρήση είναι το ρευστό.
Σε μια τέτοια φάση βρίσκονται πάντα, κατά την ταπεινή μου άποψη, οι αγορές του εξωτερικού. Η Ελλάδα, παρότι έδωσε πολλά κέρδη τελευταία, φυτοζωεί ακόμη στο ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ κατάθλιψης και ελπίδας...
Εν κατακλείδι, το timing είναι ίσως αυτό που παίζει μεγαλύτερο ρόλο από όλα τα άλλα και η ισορροπία ρευστού-μετοχών, ανάλογα με τη φάση που βρίσκεται η αγορά. Μετά ακολουθείται η φράση ό,τι δίνεις παίρνεις.
Κοτζιάμπασης Μ.Ν.